Της Άννας Παρδάλη
Καθώς τα παιδιά και οι έφηβοι σε όλη την Ευρώπη επιστρέφουν στα σχολεία μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, τόσο στη χώρα μας όπως και σε όλη την Ευρώπη αλλά και όλο τον κόσμο, εδραιώνεται η εξάπλωση τους στελέχους Δέλτα (Delta) του κορωνοϊού.
Σε ό,τι άφορα τα παιδιά, πριν από την έλευση του στελέχους Delta, γνωρίζαμε ότι η συμμέτοχη των νοσούντων παιδιών στο γενικό πληθυσμό ήταν κάτω από 10% και με σπάνιες επιπλοκές. Η νέα επιδημιολογική πραγματικότητα φαίνεται να αλλάζει αυτά τα δεδομένα, με τα παιδιά να αγγίζουν τα ποσοστά στο 20% και στη χώρα μας, ενώ σε άλλες βορειότερες χώρες της Ευρώπης που οι κλιματολογικές συνθήκες της εποχής είναι ήδη ψυχρότερες ή τα σχολεία ανοίγουν νωρίτερα, οπότε η εξάπλωση του στελέχους ευνοείται, τα νούμερα δείχνουν ότι ίσως σύντομα θα αγγίξει το ποσοστό του 30%! Από την άλλη, τα παιδιά συμμετέχουν σε ποσοστό λιγότερο από το 1% του συνολικού αριθμού των θανάτων.
Παρόλο που η νόσηση με COVID-19 στα παιδιά είναι σπάνια σοβαρή, ένα σύνδρομο που περιγράφηκε πρόσφατα, το παιδιατρικό πολυσυστηματικό φλεγμονώδες σύνδρομο, μια σοβαρή μορφή της νόσου που χαρακτηρίζεται από πολυοργανική συμμετοχή, με εκδηλώσεις από το αναπνευστικό, το γαστρεντερικό ή το καρδιαγγειακό σύστημα, αιματολογικές ή βλεννογονοδερματικές αλλοιώσεις, έχει παρατηρηθεί λίγο μετά τη μόλυνση/νόσηση. Επίσης, έχουν καταγράφει και επιπλοκές από το καρδιαγγειακό, όπως η περικαρδίτιδα και η μυοκαρδίτιδα.
Τα δημοσιευμένα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι οι μακροχρόνιες επιδράσεις της COVID-19 μπορεί να παρατηρηθούν έως και 6 μήνες μετά τη μόλυνση (συμπεριλαμβανομένης της κόπωσης, άλγος των μυών και των αρθρώσεων, αυπνία, αναπνευστικά προβλήματα και αίσθημα παλμών), μια κατάσταση που περιγράφηκε ως «Μακρά Covid» ή “Long Covid”.
Εμβόλια κατά της COVID-19 στα παιδιά
Η ανάσχεση της πανδημίας COVID-19 και των κοινωνικοοικονομικών συνεπειών της είναι δυνατή μόνο με μια πολύπλευρη στρατηγική, συμπεριλαμβανομένου του μαζικού εμβολιασμού. Μελέτες έχουν διεξαχθεί κυρίως σε ενήλικες και τα δεδομένα για τον παιδιατρικό πληθυσμό είναι σχετικά πιο περιορισμένα σε σχέση με των ενηλίκων. Αυτή τη στιγμή έχουν λάβει αδειδότηση δύο εμβόλια mRNA για παιδιά και εφήβους από 12 ετών, το ένα από τα όποια έλαβε πριν λίγες ημέρες την πλήρη αδειοδότησή του από τον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκων (FDA).
Έως της παρούσης, φαίνεται ότι ο εμβολιασμός σε παιδιά και εφήβους είναι εξαιρετικά αποτελεσματικός και ασφαλής καθώς έχουν ήδη χορηγηθεί σε ικανό αριθμό χωρών – μόνο στις ΗΠΑ έχουν χορηγηθεί πάνω από 9 εκατ. δόσεις. Η μονή σοβαρή καταγεγραμμένη παρενέργεια είναι η σπάνια πιθανότητα εκδήλωσης μυοκαρδίτιδας, σε ποσοστό 1-4/100.000 εμβολιασθέντων παιδιών. Η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών αυτών εκδήλωσε ήπια νόσο με άριστη έκβαση.
Παρά τα προφανή οφέλη από τον εμβολιασμό αυτής της ηλικιακής ομάδας, υπάρχουν ορισμένες ιατρικές και ηθικές ανησυχίες. Με βάση τα παραπάνω, η Ευρωπαϊκή Ακαδημία Παιδιατρικής (EAP) και η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Παιδιάτρων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας (ECPCP) αξιολόγησαν την τρέχουσα κατάσταση και ανακοινώνουν τις συστάσεις τους για διεθνείς και εθνικές αρχές, παιδίατρους και παιδιατρικές εταιρείες σχετικά με τον εμβολιασμό κατά του SARS-CoV-2 σε παιδιά και εφήβους (EAP, Βρυξέλλες, 23 Αυγούστου 2021). Τονίζουν τα πολυάριθμα οφέλη για την υγεία που προσφέρει ο εμβολιασμός παιδιών και εφήβων κατά της COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της επιστροφής στην κανονικότητα όσον αφορά στην τακτική παιδιατρική φροντίδα και εμβολιασμών κατά άλλων μολυσματικών ασθενειών, οι οποίες διαταράχθηκαν σοβαρά κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ο εμβολιασμός παιδιών και εφήβων θα οδηγήσει επίσης στην κανονική σχολική εκπαίδευση και αλληλεπίδραση με συνομήλικους, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για τη διόρθωση των εκπαιδευτικών, αναπτυξιακών και ψυχολογικών προβλημάτων που προκαλούνται από τα lockdown σε περισσότερα από 1,5 δισεκατομμύρια νέους παγκοσμίως.
Με δεδομένο ότι οι μακροχρόνιες επιπλοκές της COVID-19 (“Long COVID”) απασχολούν πλέον πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων και αναγνωρίζονται ως μια μορφή αναπηρίας, ένα ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι αν ο εμβολιασμός προστατεύει από αυτές. Και μάλλον έχουμε τα πρώτα δεδομένα ότι το κάνει σε σημαντικό βαθμό! Σε πρόσφατη δημοσίευση στο “The Lancet”, αποτελέσματα από μεγάλη προοπτική επιδημιολογική έρευνα δείχνουν ότι ο πλήρης εμβολιασμός μειώνει στο μισό την πιθανότητα εμφάνισης μακροχρόνιων συμπτωμάτων μετά τη νόσηση.
Με τη σύσταση του εμβολιασμού της ομάδας αυτής του πληθυσμού δεν αναιρείται, ούτε υποκαθίσταται, η αναγκαιότητα εμβολιασμού των ενηλίκων που παραμένουν εμβολιασμένοι και ιδιαίτερα ατόμων που φροντίζουν ή έρχονται σε στενή επαφή με παιδιά, αλλά κατά κύριο λόγο σημειώνεται η ανάγκη προστασίας των ίδιων των παιδιών, συμπεριλαμβανόμενων και αυτών που λόγω ηλικίας δεν δύνανται αυτή τη στιγμή να εμβολιαστούν.
* Η Δρ. Άννα Παρδάλη MD, MSc είναι παιδίατρος, επιστημονικός συνεργάτης της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστήμιου Αθηνών www.annapardali.gr.